Η δυσφορία φύλου ή διαφυλισμός, έχει χαρακτηριστεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ως μια ψυχιατρική πάθηση. Ωστόσο, όπως αναφέρθηκε το 2013 από την Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία, η ασυμφωνία φύλου που καταχωρείται στη γέννηση δε θεωρείται από μόνη της ως ψυχική διαταραχή.
Η δυσφορία φύλου μπορεί να οδηγήσει σε κοινωνική απομόνωση, αγχώδεις διαταραχές, μοναξιά, κατάθλιψη ή και σε άλλα συμπτώματα.
Πώς προκαλείται η δυσφορία φύλου;
Η προέλευση του διαφυλισμού παραμένει άγνωστη, αλλά φαίνεται πως επηρεάζεται από βιολογικούς (γενετικοί, ορμονικοί) και περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Πώς μπορεί να διαγνωστεί η δυσφορία φύλου;
Η διάγνωση είναι περίπλοκη, καθώς συχνά η δυσφορία φύλου συνοδεύεται ή επικαλύπτεται από ψυχολογικά ή ψυχιατρικά προβλήματα. Η επιβεβαίωση της πρέπει να γίνεται από εξειδικευμένους ιατρούς με εμπειρία και ακολουθώντας αυστηρά κριτήρια ανάλογα με την ηλικία, ειδικά σε παιδιά και εφήβους.
Για ενήλικες, η διαγνωστική διαδικασία είναι λιγότερο δύσκολη λόγω της ψυχοκοινωνικής ωριμότητας που έχει αναπτύξει το άτομο, γεγονός που του επιτρέπει να λάβει συνειδητά μια απόφαση. Ωστόσο, για τα παιδιά, τίθενται ερωτήματα γύρω από το πότε πρέπει να αρχίζει η θεραπεία.
Πριν την εφηβεία: Είναι καλό να μην γίνεται καμία παρέμβαση πριν την έναρξη της ήβης, διότι στην πλειοψηφία των παιδιών, η δυσφορία φύλου δεν επιμένει κατά την εφηβεία ή την ενήλικο ζωή. Οι σωματικές αλλαγές, η εξέλιξη της κοινωνικής νοημοσύνης και η εξερεύνηση της σεξουαλικότητας, οδηγούν είτε σε ενίσχυση, είτε σε αποδυνάμωσή της.
Εφηβεία: Όταν η δυσφορία φύλου συνεχίζεται στην εφηβεία τότε πρέπει να ζητηθεί ιατρική εκτίμηση ώστε να αποφασιστεί η έναρξη θεραπείας. Η απόφαση της ορμονοθεραπείας δεν πρέπει να γίνει βεβιασμένα.
Δυσφορία φύλου: Ο ρόλος του ενδοκρινολόγου
Σε όλη την διαδικασία είναι καθοριστικός ο ρόλος του ενδοκρινολόγου ως κύριου γνώστη των ορμονικών αλλαγών και της επίδρασης τους στο σώμα του εφήβου. Για αυτό το λόγο η συνεργασία του είναι πολύτιμη σε όλα τα στάδια της αντιμετώπισης.
Μετά τη διαγνωστική φάση όπου εξερευνώνται η φύση και τα χαρακτηριστικά της ταυτότητας του φύλου, ξεκινάμε με την αντιμετώπιση των διαφυλικών εφήβων με καταστολή της εφηβείας με ειδικές ορμονικές παρεμβάσεις εφόσον πληρούνται τα εξής κριτήρια:
- Έχει τεθεί διάγνωση της δυσφορίας φύλου
- Η εφηβεία έχει ξεκινήσει
- Εντοπίζεται μακροχρόνια και έντονη δυσφορία φύλου
- Έχουν αντιμετωπιστεί συνοδά ιατρικά, ψυχολογικά προβλήματα
- Υπάρχει συναίνεση του εφήβου ή των γονιών αν δεν είναι στην κατάλληλη ηλικία να συναινέσει ο ίδιος
Η καταστολή της εφηβείας γίνεται με χρήση αναλόγων της εκλυτικής ορμόνης των γοναδοτροπινών που εμποδίζει την ανάπτυξη ανεπιθύμητων δευτερογενών χαρακτηριστικών του φύλου. Αυτό είναι ένα μεταβατικό στάδιο όπου ο έφηβος παίρνει τον απαραίτητο χρόνο να λάβει οριστικές αποφάσεις πριν προχωρήσει σε οριστικές παρεμβάσεις για την αλλαγή του φύλου.
Ο ενδοκρινολόγος σε αυτό το στάδιο μπορεί να προσθέσει ορμονική θεραπεία μεταβολής του φύλου εφόσον κρίνει πως πληρούνται όλες οι απαραίτητες προϋποθέσεις. Προτείνεται σαφώς η διατήρηση των επιπέδων των ορμονών του επιθυμητού φύλου εντός των φυσιολογικών ορίων και η τακτική παρακολούθηση για επιπλοκές ή ανεπιθύμητους κινδύνους.
Στο τελικό στάδιο της χειρουργικής μεταβολής του φύλου, γίνεται εκ νέου εκτίμηση του ατόμου. Ο ενδοκρινολόγος συνεχίζει να παρακολουθεί τακτικά τα διαφυλικά άτομα για πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου, καθώς και για τυχόν ανεπιθύμητες ενέργειες λόγω των χορηγούμενων ορμονών του φύλου.